Ξέρω γιατί δε με γουστάρουν οι μαζοποιημένοι. Η ανωμαλία μου ξεσηκώνει αισθήματα ενοχής δια το διαζυγίον από την ελευθερίαν τους & παραλλήλως φόβου μήπως επέλεξαν κακώς, βιαζόμενοι μπροστά στο δρεπάνι της μοναξιάς & αυτο-ενδοσκόπησης.
Διατί η μοναξιά απαιτεί βαρέα αυτοπεποίθησην την οποίαν σπανίως καλλιεργούν οι τόσο αλυσοδεμένοι από τας γνώμας αγνώστων & γνωστών άνθρωποι. Από ετεροπεποίθησην πάντως, είμαστε όλοι πτυχιούχοι: ξέρουμε τόσο καλά τους άλλους, τόσο καλά που τους θάβουμε ζωντανούς κιόλας είτε μας κάλεσαν είτε δεν μας κάλεσαν στην κηδεία.
Διατί η ενδοσκόπηση προϋποθέτει σκάψιμο εις τα έγκατα της κολάσεως, κάτω από την (ο)μορφην αλλά πονάει & αηδιάζει. Η παραχώρηση της μοναδικότητας ικανοποιεί την ανάγκη μας για νοηματοδότηση: «αχ δεν είμαι ο μόνος που σκέφτεται έτσι, άρα δε γίνεται να είμαι τρελός, δεν βρίσκομαι εκτός του νοήματος της ζωής!».
Εγώ, βέβαια, ως ανώμαλος προτιμάω το δρεπάνι, την κορύφωση της πτώσης και την μετενσάρκωση… ή -καταλληλότερα- την μετεμψύχωση στο νέο γυαλιστερό μου είναι.
Και μόνη η μη εισχώρηση εις την μάζαν τους, συνιστά αμφισβήτηση της ορθότητας της αποφάσεως τους να ενταχθούν εν αυτή. Συνιστά εν τέλει αμφισβήτηση των ατόμων ως τέτοιων. Γι’ αυτό δε με γουστάρουν.